Εάν η Ελλάδα αποφάσιζε να υιοθετήσει τη δραχμή, θα είχε τη δυνατότητα να επιτρέψει σε όλους να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους σε δραχμές - με μία ισοτιμία, η οποία θα καθοριζόταν ελεύθερα από την Ελληνική Βουλή.
“Ο συνδυασμός της τακτικής «λιτότητα για όλους» και της μακάβριας εμμονής της τευτονοκρατούμενης κεντρικής τράπεζας (ΕΚΤ) με τον έλεγχο του (δήθεν) πληθωρισμού, καθιστά ουσιαστικά αδύνατη τη διαφυγή των υπερχρεωμένων χωρών από την παγίδα του χρέους. Επομένως, αποτελεί την ιδανική συνταγή για εκτεταμένες στάσεις πληρωμών, μαζικές αναλήψεις των καταθετών από τις τράπεζες (bank run) και γενικευμένη χρηματοοικονομική καταστροφή”.
“Τα ομόλογα δανεισμού των επιχειρήσεων είναι αντιμέτωπα με τις μεγαλύτερες απώλειες από το 2008 – ενώ το Νοέμβριο τα ομόλογα της Morgan Stanley ανήκαν στους μεγάλους ηττημένους (-7,6%). Η μείωση της απόδοσης των ομολόγων, σημαίνει αύξηση του επιτοκίου δανεισμού τους – επομένως, αύξηση του κόστους κλπ. (σπιράλ θανάτου).
Η κρίση χρέους λοιπόν της Ευρωζώνης επιδεινώνει την κερδοφορία των επιχειρήσεων, των τραπεζών και των χρηματιστών τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις Η.Π.Α. – με τα ομόλογα της κατηγορίας «investment grade», καθώς επίσης τα υψηλότοκα από τις Η.Π.Α., την Ευρώπη και την Ασία, να καταγράφουν ζημίες της τάξης του 1,84% μόνο το Νοέμβριο (κάτι που έχει να συμβεί από την εποχή της κατάρρευσης της Lehman Brothers)”.
Άρθρο
Περίληψη: Επανάληψη του υποθετικού σεναρίου του δολαρίου, οι ενστάσεις συναδέλφων και οι τοποθετήσεις μας, η παρουσίαση του ίδιου ακριβώς θέματος από τα «Επίκαιρα», με αναφορά σε επίσημη έκθεση, η οποία παραδόθηκε στη Fed από μία Επιτροπή Οικονομικών Ερευνών, καθώς επίσης οι απορίες μας.
ΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ ΤΟΥ ΔΟΛΑΡΙΟΥ
Στο άρθρο μας «Ευρωπαϊκή Βαρυχειμωνιά» γράφαμε ότι, η έξοδος μίας χώρας από την Ευρωζώνη θα την υποχρέωνε να ανταλλάξει το Ευρώ με το νέο νόμισμα της. Επομένως, τόσο οι Πολίτες της, όσο και οι τράπεζες της, θα έπρεπε να παραδώσουν τα Ευρώ τους στην ΕΚΤ (μεταφορικά φυσικά - τυχόν έξοδος από το Ευρώ δεν θα ανακοινωνόταν, αλλά θα ήταν μάλλον ξαφνική, με ριζικά μέτρα, όπως σύντομες διακοπές τραπεζών, «σφραγίδα δραχμής» στα ευρώ του εσωτερικού κλπ.), ενώ θα ελεγχόταν στη συνέχεια, εκ μέρους του κράτους τους, η πιστή εφαρμογή των παραπάνω (διασυνοριακοί έλεγχοι, «λαθραίες» αποταμιεύσεις κλπ.). Λογικά λοιπόν, εάν προέβλεπε κανείς ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θα μετέτρεπε τις οικονομίες του σε ξένα νομίσματα - τα οποία αφενός μεν δεν θα υποτιμούνταν, αφετέρου δεν θα έπρεπε να ανταλλαχθούν με το νέο νόμισμα.
Υποθέτοντας τώρα ότι το κράτος, το οποίο θα υποχρεωνόταν να εγκαταλείψει την Ευρωζώνη, θα ακολουθούσε την ίδια τακτική, η κυβέρνηση του θα έκανε ίσως τη σκέψη (μόνη της ή μετά από υπόδειξη του ΔΝΤ, στα πλαίσια ενδεχομένων σχεδίων διάλυσης της Ευρωζώνης), να ανταλλάξει τα Ευρώ με Δολάρια, πριν ακόμη εξέλθει από το κοινό νόμισμα – «υποκινώντας» έμμεσα τους Πολίτες της, καθώς επίσης τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις, να κάνουν το ίδιο.
Με αυτόν τον τρόπο θα άλλαζε αρχικά (πριν εξέλθει από την Ευρωζώνη) το επίσημο νόμισμα του κράτους, το Ευρώ, “de facto” με το δολάριο, - εκ των πραγμάτων δηλαδή και χωρίς να ακολουθηθεί μία «επίσημη διαδικασία».
Ένα πρώτο αποτέλεσμα των «πράξεων» του συγκεκριμένου κράτους θα ήταν προφανώς η δημιουργία τεράστιων προβλημάτων στην Ευρωζώνη - αφού θα ακολουθούσαν μεγάλες πιέσεις στην ισοτιμία του Ευρώ, σε σχέση με το δολάριο, λόγω των μαζικών πωλήσεων Ευρώ εκ μέρους του (επομένως, θα επιταχυνόταν η διάλυση της).
Συνεχίζοντας, η έξοδος του συγκεκριμένου κράτους από την Ευρωζώνη, δεν θα είχε σαν αποτέλεσμα την επιδρομή των καταθετών του στις τράπεζες (bank run), την εξαγωγή συναλλάγματος λόγω φόβων υποτίμησης/παρακράτησης, τη ραγδαία μείωση της αγοραστικής αξίας του νέου νομίσματος, την αδυναμία εισαγωγών πρώτων υλών, την άνοδο της τιμής των εισαγομένων προϊόντων και όλα όσα «καταστροφικά» έχουμε στο παρελθόν αναφέρει – αφού το «de facto» ανταλλακτικό νόμισμα (δολάριο) θα έμενε ανέπαφο.
Περαιτέρω υποθέτοντας ότι, η Ευρωζώνη θα διαλυόταν στη συνέχεια ή πως η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ θα μειωνόταν δραματικά, σε σχέση με το δολάριο (λόγω της υπερχρέωσης, των φόβων διάλυσης, της αδυναμίας αντιμετώπισης της Ελληνικής, της Ιταλικής ή της Ισπανικής κρίσης, της μη ενεργοποίησης της ΕΚΤ στη δευτερογενή αγορά δημοσίων ομολόγων κλπ.), είναι προφανές ότι, το δημόσιο χρέος του εξερχόμενου κράτους, θα περιοριζόταν αισθητά, «εκπεφρασμένο» στο εθνικό του νόμισμα, λόγω ανατίμησης του δολαρίου.
Συνεχίζοντας στο σενάριο του συναδέλφου μας, το κράτος που θα εγκατέλειπε την Ευρωζώνη, υιοθετώντας το δικό του νόμισμα, θα μπορούσε να καθορίσει την ισοτιμία του σε σχέση με το δολάριο και όχι με το ευρώ. Παράλληλα, η κεντρική του τράπεζα θα μπορούσε να δημιουργήσει πλέον μόνη της χρήματα, εκδίδοντας το νέο εθνικό νόμισμα – το οποίο όμως δεν θα διέθετε ελεύθερα για ένα χρονικό διάστημα 3-5 ετών, έτσι ώστε αφενός μεν να μην υποτιμηθεί σημαντικά η αξία του (λόγω φόβων, η υποτίμηση στην αρχή μπορεί να φτάσει ακόμη και στο 90%, ενώ στη συνέχεια σταθεροποιείται κάτω από το 50%), αφετέρου να μην υπάρξει «διαφυγή» του στο εξωτερικό.
Απλούστερα, όλες οι συναλλαγές εντός και εκτός της συγκεκριμένης χώρας θα γινόταν με δολάρια, αντί με ευρώ – φυσικά σταδιακά, μέχρι να αντικατασταθεί πλήρως το Ευρώ, μέσω της αγοράς δολαρίων εκ μέρους των Πολιτών από τις τράπεζες, με τα διαθέσιμα ευρώ. Δηλαδή, όλα τα προϊόντα, οι υπηρεσίες, οι μισθοί, οι συντάξεις κλπ. θα πληρωνόντουσαν από ένα σημείο και μετά με δολάρια, αφού αυτό θα ήταν το de facto νόμισμα του κράτους, έως τη στιγμή που θα το αντικαθιστούσε το νέο εθνικό του νόμισμα. Περαιτέρω, η κεντρική τράπεζα του εξερχόμενου κράτους, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το νέο εθνικό νόμισμα για την ανταλλαγή του με δολάρια, εάν συνεργαζόταν με τη Fed – η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να τη βοηθήσει, δανείζοντας την με χαμηλά επιτόκια, με τη μέθοδο των swap.
Σε αντάλλαγμα για τη βοήθεια αυτή, το κράτος θα μπορούσε να καλύπτει τις ανάγκες της σε πρώτες ύλες, ενέργεια κλπ. από αμερικανικές εταιρείες, διαθέτοντας κοινό νόμισμα μαζί τους – μεταξύ άλλων τις εξοπλιστικές, αντί από τη Γερμανία ή από τη Γαλλία. Ίσως οφείλουμε να προσθέσουμε εδώ ότι, η Fed (ιδιωτική τράπεζα) έχει βοηθήσει στο παρελθόν πολλές άλλες κεντρικές τράπεζες, ακόμη και την ΕΚΤ, μέσω συμφωνιών ανταλλαγής (dollar liquidity swap lines).
Με τα χρήματα αυτά τώρα, η κεντρική τράπεζα θα αγόραζε ενδεχομένως ομόλογα του δημοσίου της χώρας της, χρεώνοντας ελάχιστα υψηλότερα επιτόκια από τη Fed (περί το 1%) και καλύπτοντας τις δανειακές ανάγκες του κράτους, έτσι ώστε να μη χρεοκοπήσει, για μία ορισμένη χρονική περίοδο - κατά τη διάρκεια της οποίας η χώρα θα έπρεπε να εξυγιανθεί.
Παράλληλα, οι καταθέσεις των Πολιτών της εξερχόμενης χώρας στις τράπεζες του εξωτερικού θα επέστρεφαν, με ευεργετικά αποτελέσματα για τους Ισολογισμούς των εγχωρίων τραπεζών της, αφού το δολάριο θα παρέμενε το de facto νόμισμα του κράτους – έχοντας ουσιαστικά ανάλογη ή καλύτερη «εικόνα» (prestige) από το Ευρώ.
Το γεγονός αυτό θα διευκόλυνε, μεταξύ άλλων, τις επενδύσεις των υπολοίπων «περιοχών» του δολαρίου, την έκδοση εθνικών ομολόγων ή τη σύναψη δανειακών συμβάσεων με «τρίτες» χώρες – ενδεχόμενα που θα βοηθούσαν στο να δημιουργηθούν συνθήκες ανάπτυξης. Φυσικά θα εμφανίζονταν αρκετά προβλήματα (ιδιαίτερα στις εξαγωγές, στην περίπτωση ανατίμησης του δολαρίου απέναντι στο ευρώ, αν και θα ήταν θετικό για τις εισαγωγές – ενώ θα επιτυγχάνονταν τα αντίθετα αποτελέσματα, εάν υποτιμούταν το δολάριο, λόγω πιθανού υπερπληθωρισμού στις Η.Π.Α.), τα οποία όμως θα ήταν μάλλον επιλύσιμα, εάν επέστρεφε η αισιοδοξία στο κράτος, μέσα από μία «υγιή» μελλοντική προοπτική.
ΟΙ ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ
Το συγκεκριμένο υποθετικό σενάριο τώρα αναφέρθηκε την περασμένη Δευτέρα σε τηλεοπτική εκπομπή του SBC (κανάλι 10) παρουσία μας, όπου εκφράστηκαν κυρίως οι παρακάτω «ενστάσεις»:
(α) Θα μπορούσε να εφαρμοσθεί μόνο από μία σοβαρή χώρα – γεγονός που καθιστά εκ των πραγμάτων αδύνατη την υιοθέτηση του από την Ελλάδα.
Στα πλαίσια αυτά η θέση μας ήταν ότι, δεν είναι σωστό να θεωρείται ως de facto μη σοβαρή η Ελλάδα, απλά και μόνο επειδή κατά καιρούς κυβερνήθηκε εσφαλμένα – με τη διαπλοκή, με τη διαφθορά, με τη γραφειοκρατία, με το κομματικό κράτος, με τον υπερδανεισμό, με την υπερκατανάλωση κλπ. δυστυχώς να «οργιάζουν».
Ενδεχομένως δε η σημερινή κρίση να αποδειχθεί ότι αποτελεί μία μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα, αφού «ταράχθηκαν τα νερά» και εμφανίσθηκαν χρόνια προβλήματα της οικονομίας, της πολιτικής, των ΜΜΕ, της κοινωνίας και του χρηματοπιστωτικού της συστήματος – επίσης της Ευρωζώνης, των Η.Π.Α. και ολόκληρου του πλανήτη, στα πλαίσια μίας «Αλλαγής Παραδείγματος».
(β) Με αυτόν τον τρόπο θα οδηγούταν η Ελλάδα στο δρόμο της Αργεντινής, η οποία χρεοκόπησε επειδή είχε συνδέσει το νόμισμα της με το δολάριο, με στόχο την καταπολέμηση του πληθωρισμού.
Εδώ αντιτείναμε ότι, είναι διαφορετικό θέμα η υιοθέτηση του δολαρίου, ως ένα de facto μεταβατικό νόμισμα, από την απλή σύνδεση του, όπως στο παράδειγμα της Αργεντινής, στην οποία λειτούργησε εντελώς διαφορετικά – όπως έχουμε περιγράψει αναλυτικά στο άρθρο μας «Η χρεοκοπία της Αργεντινής».
Σε κάθε περίπτωση, οι λύσεις που οφείλουμε να βρούμε δεν μπορεί να είναι ούτε εύκολες, ούτε συμβατικές – ενώ ενέχουν μεγάλους κινδύνους, τους οποίους πρέπει να προβλέψουμε και να προσπαθήσουμε να αποφύγουμε. Άλλωστε, είμαστε υποχρεωμένοι να έχουμε πολλά εναλλακτικά σενάρια (σχέδιο Β, Γ κλπ.), όχι μόνο επειδή ίσως αναγκασθούμε να εγκαταλείψουμε μονομερώς την Ευρωζώνη, αλλά και λόγω της πολύ πιθανής κατάρρευσης της, στο άμεσο μέλλον (κάτι που θεωρούμε ότι, θα οδηγούσε ολόκληρο τον πλανήτη πολλές δεκαετίες πίσω – όχι μόνο την Ευρώπη και την Ελλάδα).
(γ) Η Ελλάδα δεν επιτρέπεται να μετατρέψει το δημόσιο χρέος της από Ευρώ σε δραχμές, οπότε θα αναγκασθεί να το αποπληρώσει με το κοινό νόμισμα.
Εδώ αναφέραμε ότι, η μετατροπή εξαρτάται από το εάν μία χώρα έχει συνάψει τα δάνεια της με βάση το εθνικό ή το διεθνές Δίκαιο. Τα ομόλογα του Ελληνικού δημοσίου (πηγή: FT), υπάγονται κατά 94% στο εθνικό μας Δίκαιο – οπότε έχουμε τη δυνατότητα να τα μετατρέψουμε άμεσα σε δραχμές, με έναν απλό συναλλαγματικό νόμο, τον οποίο θα ψήφιζε το Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Αντίθετα, τα ομόλογα που τυχόν εκδίδονται στη βάση του βρετανικού Δικαίου σε Ευρώ ή σε δολάρια, όπως υποθέτουμε ότι συμβαίνει με τα δάνεια της Τρόικας, δεν μπορούν να μετατραπούν σε δραχμές. Επομένως, τυχόν υιοθέτηση της δραχμής και υποτίμηση της (από 40-80%), θα πολλαπλασίαζε τα συγκεκριμένα χρέη. Ακριβώς για το λόγο αυτό θεωρούμε πολύ επικίνδυνο τον περαιτέρω δανεισμό μας – ο οποίος όχι μόνο δεν θα λύσει τα προβλήματα μας αλλά, αντίθετα, θα τα επιδεινώσει σε μεγάλο βαθμό.
(δ) Εάν μία χώρα μετατρέψει τα χρέη της στο εθνικό νόμισμα, οπότε θα μειωθούν εκ των πραγμάτων όταν το υιοθετήσει, λόγω της ραγδαίας υποτίμησης του, θα ήταν ανήθικο όσον αφορά τους δανειστές της. Κατά την άποψη μας οι αγορές, οι τοκογλύφοι δανειστές μας δηλαδή, κάθε άλλο παρά ως ηθικοί μπορούν να χαρακτηρισθούν. Εάν θελήσει κανείς λοιπόν να αντιμετωπίσει τις εκ των πραγμάτων «αιμοβόρες» αγορές ηθικά, θα καταστραφεί πριν καλά-καλά το καταλάβει.
Αντίθετα, εάν οι αγορές πεισθούν ότι, μία χώρα έχει τη δυνατότητα να ανταπεξέλθει με τις μελλοντικές υποχρεώσεις της, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα που έχει στη διάθεση της, τότε «επιστρέφουν» και τη δανείζουν – όπως στο παράδειγμα της Ρωσίας.
(ε) Εάν είναι σωστό να αναφέρονται δημόσια σκέψεις επαναφοράς της δραχμής, οι οποίες δημιουργούν συνθήκες πανικού στους Πολίτες – οι οποίοι τότε αποσύρουν τις καταθέσεις τους.
Πάγια θέση μας είναι ότι, η Ελλάδα πρέπει να κάνει ότι μπορεί για να παραμείνει ισότιμο κράτος της ζώνης του Ευρώ - όχι όμως να υποδουλωθεί ή να καταστραφεί, στα πλαίσια μίας εγκληματικής πολιτικής λιτότητας, χωρίς επενδυτικούς/αναπτυξιακούς στόχους, η οποία θα την οδηγήσει λεηλατημένη, με εξαθλιωμένους Πολίτες, στην απόλυτη χρεοκοπία.
Οφείλει λοιπόν να επεξεργάζεται διάφορα σχέδια επιστροφής στο εθνικό της νόμισμα – πόσο μάλλον αφού δεν κινδυνεύει μόνο η ίδια, αλλά ολόκληρη η Ευρωζώνη. Το χειρότερο άλλωστε που θα μπορούσε να της συμβεί θα ήταν η «μη συντεταγμένη» έξοδος της από την Ευρωζώνη, χωρίς σχέδιο και πρόγραμμα – ένα απόλυτα εφιαλτικό σενάριο.
Οι Πολίτες της τώρα δεν είναι παιδιά, ούτε τόσο ανώριμοι, ώστε να μην μπορούν να λειτουργήσουν σωστά - επαφιόμενοι στα «μυστικά σχέδια» μίας δήθεν πολιτικής ελίτ. Οφείλουν λοιπόν να ενημερώνονται για τα πάντα – ακόμη και αν κάποιες φορές δεν είμαστε σίγουροι για τη δυνατότητα τους να ανταπεξέρχονται με τέτοιες πιεστικές καταστάσεις.
(στ) Τι σημαίνει η έξοδος μίας χώρας από το κοινό νόμισμα για τις επιχειρήσεις της, οι οποίες έχουν απαιτήσεις ή υποχρεώσεις σε Ευρώ;
Αν και η ερώτηση δεν διατυπώθηκε, θεωρούμε ότι είναι απαραίτητη η απάντηση της. Στα πλαίσια αυτά, τα εθνικά κράτη έχουν το δικαίωμα να ορίζουν μόνα τους το νόμισμα τους (Lex Monetae). Τα κράτη λοιπόν καθορίζουν ελεύθερα εάν οι δημόσιες ή οι ιδιωτικές υποχρεώσεις από συμβάσεις, οι οποίες έλαβαν χώρα πριν από την έξοδο τους από το Ευρώ (ή τη διάλυση της Ευρωζώνης), οφείλουν να αποπληρωθούν με το παλαιό ή με το νέο νόμισμα τους.
Για παράδειγμα, εάν η Ελλάδα αποφάσιζε να υιοθετήσει τη δραχμή, η κυβέρνηση της θα είχε τη νόμιμη δυνατότητα να επιτρέψει στους Πολίτες και στις επιχειρήσεις της να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους σε δραχμές - με μία ισοτιμία, η οποία θα καθοριζόταν από την Ελληνική Βουλή, κατά την ημερομηνία υιοθέτησης της δραχμής. Προφανώς λοιπόν η πιθανολογούμενη υποτίμηση της νέας δραχμής θα ήταν προς όφελος των δανειοληπτών – τόσο περισσότερο, όσο μεγαλύτερη η υποτίμηση (ο κίνδυνος του υπερπληθωρισμού είναι ένα διαφορετικό θέμα - ενώ οι μισθοί αυξάνονται συνήθως, μετά από τέτοια γεγονότα, με αποτέλεσμα να πληρώνονται ευκολότερα τα χρέη).
Οι ξένες επιχειρήσεις βέβαια, όπως επίσης οι ξένες τράπεζες, όλοι όσοι δηλαδή θα είχαν απαιτήσεις σε ευρώ ή σε άλλο νόμισμα απέναντι στην Ελλάδα (στο δημόσιο, στους ιδιώτες και στις επιχειρήσεις της), θα αντιμετώπιζαν πολύ μεγάλα προβλήματα – αφού θα εξοφλούνταν σε δραχμές, οι οποίες θα υποτιμούνταν ραγδαία (πηγή: Financial Times).
- Blogger Comment
- Facebook Comment
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου